Η Ελλάδα έχει αναμφίβολα μία από τις πιο φημισμένες κουζίνες παγκοσμίως. Κάθε τουρίστας που έρχεται στη χώρα μας, είναι δεδομένο πως θα ζητήσει να φάει είτε μουσακά, είτε σουβλάκι.
Υπάρχουν ωστόσο και κάποια ελληνικά παραδοσιακά φαγητά, που στο πέρασμα των χρόνων άρχισαν να μένουν εκτός από το καθημερινό μας τραπέζι. Αν ρωτήσεις για παράδειγμα σήμερα έναν πιτσιρικά τι είναι η μπομπότα το πιθανότερο είναι πως δεν θα έχει καν ακούσει αυτή τη λέξη.
Παρόλα αυτά, η μπομπότα ή αλλιώς η πίτα των φτωχών, όπως την αποκαλούσαν οι Έλληνες τα παλιότερα χρόνια, ήταν ουσιαστικά η βασική τροφή του ελληνικού πληθυσμού στα δύσκολα χρόνια της κατοχής.
Ειδικά στην περιφέρεια, όλα τα φτωχικά σπίτια τρέφονταν με αυτήν και κατάφεραν να επιβιώσουν παρά τις κακουχίες και τα πενιχρά οικονομικά μέσα που υπήρχαν τότε.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής, ο πρωτοφανής πληθωρισμός και η έλλειψη ειδών πρώτης ανάγκης, είχε ως αποτέλεσμα αφενός το ξέσπασμα του λιμού, αφετέρου την άνθηση της μαύρης αγοράς.
Υπολογίζεται, πως σε αυτή την περίοδο πέθαναν από λιμό τουλάχιστον 100.000 Έλληνες, εκ των οποίων οι περισσότεροι (περίπου 64.000) στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας.
Στις επαρχιακές πόλεις ωστόσο, τα θύματα ήταν σαφώς λιγότερα, λόγω της μπομπότας, η οποία είναι πρακτικά ένα είδος ψωμιού με βάση το καλαμποκάλευρο, καθώς τη δεκαετία του 40′ δεν γινόταν καν λόγος για σταρένιο αλεύρι.
Ο λαός τότε καλλιεργούσε κυρίως καλαμπόκι στην ελληνική γη. Η σπορά ξεκινούσε τον Απρίλιο και το θέρισμα γίνονταν τον Σεπτέμβριο. Οι άντρες πήγαιναν τη σοδειά στον μύλο και από εκεί έπαιρναν την μπομπότα σε σακιά και τη μετέφεραν με άλογα στο σπίτι.
Οι νοικοκυρές την περνούσαν από κόσκινο, πρόσθεταν ζεστό αλατισμένο νερό, ανακάτευαν, ζύμωναν την έβαζαν σε ταψιά και την έψηναν είτε σε φούρνο, είτε στο τζάκι, αφού πρώτα την είχαν τυλίξει με φύλλα κουτσουπιάς ή καρυδιάς, προκειμένου να τη σκεπάσουν με ζεστή στάχτη. Αν υπήρχε, πρόσθεταν επίσης λίγο λάδι ή ένα αυγό.
Η πίτα των φτωχών συνέχισε να αποτελεί κομμάτι της ελληνικής διατροφής για αρκετό διάστημα και μετά την κατοχή. Σταδιακά όμως άρχισε να χάνεται στη λήθη. Βέβαια, τα τελευταία χρόνια έχει επανέλθει με διάφορους νεωτερισμούς και παραλλαγές.