Συνέντευξη στο περιοδικό Down Town και την δημοσιογράφο, Αμάντα Φούντη παραχώρησε ο Νίκος Κακλαμανάκης.
O χρυσός Ολυμπιονίκης της ιστιοπλοΐας, μεταξύ άλλων, μίλησε για την κατάθλιψη, τις δυσκολίες που βίωσε, άγνωστες πτυχές της ζωής αλλά και της χρυσής αθλητικής του καριέρας.
Το κεφάλαιο Ολυμπιακοί Αγώνες πότε ανοίγει;
Μετά το Χάλκινο μετάλλιό μου στο Παγκόσμιο Νέων λίγο πριν κλείσω τα 18, διάκριση μεγάλη για τα ελληνικά δεδομένα. Έτσι μπήκε μέσα μου το μικρόβιο των Ολυμπιακών Αγώνων. Προπονούμαι ανελλιπώς για τη Σεούλ το 1988, καταφέρνω να πάρω την πρόκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες και για εμένα καταλήγει να είναι μία άκρως τραυματική εμπειρία.
Προκρίνεται ένας, και ενώ είμαι εγώ αυτός, έγινε ένα μαγείρεμα ανάμεσα στην Ομοσπονδία και ένα πρόσωπο πολιτικής ισχύος την περίοδο εκείνη και έστειλαν άλλον αθλητή στη θέση μου. Στις προκρίσεις που τρέξαμε μεταξύ μας κέρδισα και τις δύο. Στις 14 ιστιοδρομίες συνολικά, κέρδισα τις 13 και στη μία που δεν κέρδισα έσπασε η μάτσα που κρατάω το πανί μου.
Κέρδισα πρόκριση και εμφάνισαν ψευδή όρια του άλλου αθλητή στην Ολυμπιακή Επιτροπή. Ζήτησα ακρόαση, δεν με δέχτηκαν. Μου έστειλαν μία επιστολή να απευθυνθώ στο Συμβούλιο της Επικρατείας δύο μέρες πριν ξεκινήσουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Ούτε στο αεροπλάνο δεν προλάβαινα να μπω.
Πώς το βίωσες τότε όλο αυτό;
Κάποια στιγμή εξαφανίστηκα από την οικογένειά μου, είπα «μην ανησυχείτε, θέλω να φύγω μακριά να τα βρω με τον εαυτό μου». Έκατσα και παρακολουθούσα τους Ολυμπιακούς Αγώνες σε ένα καφενεδάκι στη Λευκάδα. Έβλεπα τον αθλητή που πήγε στη θέση μου να τερματίζει τελευταίος, να μην μπορεί να κάνει εκκίνηση ή να μην εμφανίζεται καν στους αγώνες. Αργότερα κατάλαβα ποιος ήταν ο λόγος.
Σύμφωνα με την έκθεση του αρχηγού της Ιστιοπλοϊκής ομάδας αμέσως μετά τους αγώνες σε μία προσπάθεια να εξηγήσει τη μη συμμετοχή του αθλητή, μετά από αναζήτηση μεταμεσονύκτια στο δωμάτιό του και αφού δεν τον βρήκαν τον αναζήτησαν σε όλα τα «στέκια» στο Πούσαν της Σεούλ. Εν τέλει τον βρήκαν πάνω από μία φορά στο Καζίνο να παίζει «Μαύρο Ληστή» και τον έβγαλαν κακήν κακώς μετά από παρέμβαση και της αστυνομίας. Εκεί ένιωσα πως μου πήραν το όνειρο και όχι απλώς το τσαλάκωσαν. Το όνειρό μου το έπαιξαν στα χαρτιά κυριολεκτικά!
Πώς διαχειρίστηκες την αδικία αυτή;
Ξαφνικά με «πάτησαν» μέσα στο χώμα, όμως η ήττα δεν καθορίζει τη ζωή μας. Σημασία έχει το πώς θα τη διαχειριστούμε. Εκεί είναι το κομβικό σημείο, η αξιακή προσέγγιση και διαχείριση. Δεν ήταν νίκη μόνο σώματος. «Μη γίνεις ποτέ όμοιός τους», σκέφτηκα. Ο έντιμος και ο αθώος δεν αντέχει την αδικία. Δεν αντέχει, όμως, δεν σημαίνει ότι τα παρατά.
Το πρώτο ερώτημα που έκανα στον εαυτό μου απομονωμένος στη Λευκάδα ήταν: «Μπορείς να νικήσεις κάποιον που έχει το άδικο με το μέρος του;» Αλλά το ερώτημα που ακόμα δεν μου έχει απαντηθεί εδώ και 35 χρόνια είναι αν μπορώ να λέω την αλήθεια στην εξουσία χωρίς δυσανάλογο κόστος. Μου κατέστρεψαν το όνειρο, όμως όχι τη θέληση να ξεπερνώ την ικανότητά μου να το ξαναδημιουργήσω.
Το μόνο που φοβάμαι είναι να φοβάμαι, και το ξορκίζω προσπαθώντας ακριβώς ό,τι φοβάμαι. Θα μπορούσα να τα παρατήσω και να ζούσα μια ζωή δείχνοντας με το δάχτυλό μου τι κακό έκαναν οι άλλοι. Είπα «ο μόνος αγώνας που χάνω είναι ο αγώνας που δεν δίνω» και έτσι συνέχισα. Όμως στην πορεία έγιναν κι άλλα πράγματα που μου έκοψαν τα φτερά.
Ήρθε παρ’ όλα αυτά το σημείο που ένιωσες να λυγίζεις;
Το 1991 έφτασα για έναν αγώνα στη Δανία, έχοντας μόλις προκριθεί στους Ολυμπιακούς, χωρίς στήριξη και έχοντας ελάχιστο προϋπολογισμό από προσωπικές και οικογενειακές οικονομίες. Σε μία προσπάθεια να μειώσω τα έξοδα επέλεξα να πάρω λεωφορείο και μετρό για να πάω στον Ιστιοπλοϊκό Όμιλο, ενώ κουβαλούσα ιστιοπλοϊκό εξοπλισμό και δύο σάκους με τα πράγματά μου, τους οποίους μου έκλεψαν στο μετρό της Κοπεγχάγης.
Ήμουν εντελώς μόνος, έμεινα χωρίς να έχω τίποτα. Ούτε προσωπικά αντικείμενα, που κάποια ήταν ευχή για εμένα, ούτε χρήματα και χωρίς να μπορώ καν να αποδείξω το όνομά μου. Είχα καταφέρει να διεκδικήσω το όνειρό μου να πάρω την πρόκριση και πάλι ένιωσα να ξαναγκρεμίζεται. Το βράδυ μέσα στην απογοήτευσή μου, αφού είχα πάει στην αστυνομία και μου είπε ότι είχαν ανάλογα περιστατικά από τοξικομανείς, βρέθηκα να περιπλανιέμαι στους δρόμους να ψάχνω τα πράγματά μου στα σκουπίδια.
Εκεί στην κυριολεξία έψαχνα τα όνειρά μου στα σκουπίδια. Έψαχνα το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον μου. Αγωνίστηκα με στολές και εξοπλισμό δανεικά, ενώ κάποιες στιγμές έριχνε χιονόνερο. Εκεί ήθελα να τα παρατήσω. Όταν γύρισα στην Ελλάδα, ένιωσα πως ήρθα αντιμέτωπος με την κατάθλιψη. Εκεί ήταν ένα επικίνδυνο σημείο.
Πώς θυμάσαι να βιώνεις την κατάθλιψη και πώς βγήκες από αυτό;
Ήταν η στιγμή που είχα απογοητευθεί σε σημείο τέτοιο που δεν είχα ενέργεια να προχωρήσω, είχα συναισθηματικά ισοπεδωθεί δεν μπορούσα να διαχειριστώ αυτή την πίεση. Ένιωσα πως δεν μπορούσα να σταθώ στα πόδια μου. Έχασα αρκετά κιλά, δεν έμπαινα στο νερό, κοιμόμουν από το μεσημέρι, ήμουν σε πολύ άσχημη φάση. Βίωσα προ-Ολυμπιακή κατάθλιψη από την έλλειψη στήριξης και τον πόλεμο που δέχθηκα.
Δεν μπόρεσα να σηκωθώ γρήγορα μετά από αυτό. Βγήκα από το δύσκολο αυτό τούνελ γιατί η λαχτάρα μου για το αποτέλεσμα δεν ξεπέρασε την αγάπη μου για το ίδιο το ταξίδι, το άθλημά μου και την προσπάθεια. Όταν ένα όνειρό μου τελείωνε έβρισκα ένα άλλο. Αποφάσισα να κάνω το καλό να συμβεί μέσα από κάθε κακό που μου συνέβη.